8 Μαρτίου 2013

Το φάντασμα

Ανάμεσα σε κείνη και σε μένα υπάρχει ένας τρίτος. Ενα συνοφρυωμένο σύννεφο, έτοιμο να ξεσπάσει σε μπόρα, ένα μικρό φάντασμα που στοιχειώνει τη σχέση μας. Δυστυχώς το κουβαλάω εγώ. Είναι μαζί όλοι οι φόβοι και οι ανησυχίες μου, όλα τα δυσοίωνα σενάρια για το μέλλον της και όλα όσα περιμένω από κείνη εξαιτίας τους. Πότε θα περπατήσει; Γιατί αργεί να μπουσουλίσει; Πόσες συλλαβές λέει; Γιατί χτες το βράδυ έκλαιγε και δεν ήθελε να κοιμηθεί; – έλα, μην κλαις άλλο, πιάσε το μπιμπερό μόνη σου, κάνε «γεια σου» στον μπαμπά, πάλι αγκαλιά θες; Μήπως είναι ώρα να ξυπνήσεις, υπναρού;
Το ομολογώ και ντρέπομαι: μερικές φορές είναι σαν να της την έχω στημένη στη γωνία. Τι έκανε, τι δεν έκανε, τι σημαίνει αυτό και πότε θα το κάνει. Κοροϊδεύω τους γονείς που θέλουν να δουν τα βλαστάρια τους επιστήμονες, καλλιτέχνες, μεγαλοεφευρέτες και δεν συμμαζεύεται. Ας είναι καλά κι ας κάνει ό,τι θέλει, λέω, αλλά το λέω τώρα που είναι μόνο 10 μηνών. Τσάμπα μάγκας δηλαδή. Υστερα νιώθω άσχημα και της κάνω τον κλόουν για να γελάσει. Εκείνη αρνείται να συμμεριστεί την επιτηδευμένη χαρά μου. Πάλι συννεφιάζω εγώ. Πάλι μειδιά το φάντασμα ανάμεσά μας.
Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί και εκείνη να ακούσει το γέλιο του, να ψυχανεμιστεί τη σκιά του, να νιώσει την αύρα του. Εχω ακούσει χιλιάδες φορές τα περί βρεφικού ενστίκτου και δεν ξέρω αν πρέπει να τα πιστέψω. Όμως ό,τι και να κάνω το φάντασμα είναι εκεί. Φεύγει μόνο, όταν η κόρη μου ξεκαρδίζεται στα γέλια, και πρέπει να σας πω ότι συνήθως είναι σοβαρή.
Τον τελευταίο καιρό σκέφτομαι συνεχώς την παραδοξότητα του θέματος. Το παιδί μου είναι ό,τι πολυτιμότερο στη ζωή μου - δεν χρειάζεται να πω ότι θα έκανα τα πάντα γι’ αυτήν – την αγαπάω δοτικά, όπως δεν έχω αγαπήσει κανέναν. Εντούτοις, έχω προσδοκίες από κείνη, έστω και αν αφορούν μόνο το να πιει το γάλα της. Εκείνη πάλι, πιθανότατα θα αγαπήσει κάποιον άλλο άνθρωπο περισσότερο από μένα – της το εύχομαι δηλαδή –, όμως προσέρχεται στη σχέση μας με την πιο αγνή ανιδιοτέλεια. Δεν ζητάει τίποτε, δεν περιμένει τίποτε, θέλει απλώς να την αφήσω να υπάρξει. Και παρ’ όλο που χρειάζεται να τη βοηθήσω να υπάρξει και να τη στηρίξω με την αγάπη μου, δεν το ξέρει καν, ώστε να το ζητήσει.
Κάθε μέρα που ξυπνάει, ανοίγει τα γεμάτα περιέργεια μάτια της και θέλει να αγγίξει και να φάει όλον τον κόσμο γύρω της. Κι εγώ δεν της το επιτρέπω. Δεν κάνει να δαγκώσει το τηλέφωνο, να τραβήξει με δύναμη την κουρτίνα, να διαλύσει το καπέλο του φωτιστικού, να κάνει παρέα με τις μύξες της. Θα μου πείτε ότι έτσι την προστατεύω από άλλους κινδύνους ή ότι της βάζω όρια που μακροπρόθεσμα θα της κάνουν καλό, όμως εκείνη δεν το ξέρει. Και φαντάζομαι ότι κάπως έτσι, με το αναπόφευκτο φορτίο των «πρέπει», «θέλω», «ονειρεύομαι», «φοβάμαι», «ελπίζω», «ξέρω καλύτερα», «προνοώ», «προστατεύω» κ.ο.κ. της μαμάς και του μπαμπά θα φτάσουμε μια μέρα να προσπαθεί να καταλάβει πώς ενώ οι γονείς της την αγαπάνε, μπορούν ταυτόχρονα να την απογοητεύουν, να της δημιουργούν προβλήματα, ίσως και να την πληγώνουν. Δεν θέλω να μας συμβεί, όμως κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει. Και μάλλον δεν θα μπορέσω να κάνω πολλά για να το αποτρέψω. Αυτός είναι ο δρόμος. Να της ζητήσω προκαταβολικά συγνώμη; Ανόητο. Να πω ότι τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω τη μητέρα μου; Κλισέ. Θα ευχηθώ μόνο να περπατήσουμε αυτόν τον δρόμο χέρι-χέρι. Χωρίς αυτό το εκνευριστικό φάντασμα, που – υπόσχομαι – θα βάλω τα δυνατά μου για να το διώξω.

Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος (ΒΗΜΑDONNA) στις 29/2/2012
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=445933

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου